*κραααααακ κρουυυυκ κρικ*
Καλημέρα κόσμε, μόλις βγήκα από το συγγραφικό λήθαργο στον οποίο είχα πέσει κάτι μηνάκια. Θα το λέγαμε και χειμερία νάρκη. Άλλαξε και το έτος, χαμπάρι δεν πήρα βρε παιδιά, καλή χρονιά είπαμε; Να την πούμε. Το ταπεινό αυτό και λιγομίλητο μπλογκ σας εύχεται ολόψυχα υγεία και ελπίζει να περάσατε τις γιορτές αυτές με ζεστασιά και αγάπη.
Επιτρέψτε του να σας ευχηθεί και κάτι ακόμα:
Να έχετε πάντα την τύχη να δημιουργείται μια οικογένεια όπου και αν βρίσκεστε τα Χριστούγεννα, ακόμα και αν - ιδίως αν - είστε μακριά από την πραγματική σας οικογένεια. Όπως είχα την τύχη να μου συμβεί εμένα αυτές τις γιορτές.
Φέτος πήρα τη συνειδητή, υπό καμία οικονομική πίεση σας διαβεβαιώνω, απόφαση να περάσω τις γιορτές στην Ισπανία αντί να γυρίσω να δω δικούς και φίλους. Εντάξει, να λέμε του στραβού το δίκιο, θεώρησα σωστότερο να επενδύσω τα λεφτά μου σε εισιτήρια για Βαλένθια αντί για Αθήνα, πράγμα και το οποίο έκανα τον προηγούμενο μήνα, πράγμα και το οποίο μου έκανε ξεκάθαρο ότι το μόνο εισιτήριο που θα μπορέσω ξανά να αγοράσω θα είναι και το οριστικής (;) επιστροφής μου στα πάτρια. Η βαθύτερη αλήθεια όμως είναι ότι εξαρχής είχα σκεφτεί πως θέλω να ζήσω γιορτές λίγο εναλλακτικά. Πώς να είναι άραγε να περνάς Χριστούγεννα μακριά από οικογένεια και φίλους; Ανάμεσα σε ανθρώπους που γνώρισες μόλις πριν λίγους μήνες και το μόνο που σας δένει είναι ότι είπατε να κάνετε γιορτές σε μια ξένη χώρα μακριά από την οικογενειακή θαλπωρή;
Θα σας πω εγώ πώς είναι...
...ΓΑΜΑΤΑ! (ο τόνος στο σημείο της επιλογής σας.)
Πρώτα από όλα, γιατί δεν είναι ακριβές το ότι δε σας ενώνει τίποτα άλλο από τα παραπάνω. Ήδη η όλη εμπειρία του Εράσμους αποτελεί ένα αόρατο πλέγμα, έναν μαγικό ιστό που θέλοντας και μη σας έχει δέσει, σας έχει κάνει να μιλάτε την ίδια γλώσσα και δεν εννοώ τα ισπανικά στην προκειμένη. Είναι οι αγωνίες, η αδημονία, η περιέργεια, η νέα και ακόμα μη βαρετή ρουτίνα, η όρεξη για πλησίασμα, οι γνώσεις που έχει ο καθένας αποκομίσει από το να ζει σε ένα νέο μέρος διαφορετικό από το δικό του, το άνοιγμα των ματιών και της ψυχής και του μυαλού, το άνοιγμα πολλών πορτών σε τόσες γωνιές της γης που ως τώρα δε γνώριζαν την ύπαρξή μας, τώρα όμως μας περιμένουν με χαρά να τις επισκεφτούμε.
Έπειτα, γιατί ακόμα κι αν είσαι από αυτούς που λατρεύουν τα Χριστούγεννα έχοντάς τα με συγκεκριμένο τρόπο προσχεδιασμένα, δεν παύει να είναι συναρπαστική η προοπτική του να μην κάνεις σχέδια μια φορά κι απλώς να αφεθείς στις συγκυρίες. Ένα κομμάτι της μαγείας τους άλλωστε έχει να κάνει με το να παρασύρεσαι απλώς από το κλίμα. Αν δηλαδή τα καταφέρνεις ακόμα (εγώ ομολογώ ότι τις περισσότερες φορές δυσκολεύομαι).
Κάπως έτσι αφέθηκα φέτος. Κανένα μεγαλεπήβολο πλάνο δεν κατάστρωσα εκ των προτέρων. Το μόνο που ήξερα είναι ότι οι περισσότεροι φίλοι μου θα φύγουν. Για καλή μου τύχη, έμεινε η Λούνα. Με τη Λούνα γνωριστήκαμε σε άσχετη φάση στη σχολή. Σπουδάζει κι αυτή ψυχολογία κι έρχεται από την Ελβετία, αν και οι γονείς της είναι από τη Βοσνία. Δεν είναι από τα πρώτα άτομα που έκανα παρέα εδώ, έτυχε όμως να ζευγαρώσουμε σε μια πρακτική (η οποία απαιτούσε role playing θεραπευτή - θεραπευόμενου, κι είπα να την εμπιστευτώ να μου "θεραπεύσει" τη φοβία που έχω για τα σκουλήκια, πλάκα είχε). Κάπως έτσι αρχίσαμε να κάνουμε παρέα, κυρίως στα πλαίσια της εργασίας που είχαμε αναλάβει.
Η φίλη πια και συνάδελφος κατά τύχη συγκατοικεί με δυο Έλληνες, τον Παντελή και τη Χρυσιάννα. Είναι οι μόνοι Έλληνες που έχω γνωρίσει εδώ, κι ευτυχώς είναι κι οι δυο αστέρια. Το φεγγάρι όμως είναι πραγματικά η Λούνα -όνομα και πράγμα! Πρόκειται για ένα πλάσμα γλυκύτατο που έχει μια μοναδική δύναμη να συνενώνει άτομα και να κάνει τον καθένα να νιώθει αποδεκτός. Δε θα ήταν υπερβολή να πω ότι ανέλαβε το ρόλο της διοργανώτριας, συντονίστριας, μητέρας και ολιστικής φροντίστριας για αυτές τις γιορτές, τόσο για μένα όσο και για την υπόλοιπη παρέα. Μια παρέα στην οποία κάπως χώθηκα σφήνα εγώ και η οποία έγινε η χριστουγεννιάτικη οικογένειά μου. Η οικογένεια αυτή φυσικά πολυπολιτισμική: ο Πέπε κι ο Ντιμπάου Ισπανοί, η Τζοάν Περουβιανή, η Μάρλα και ο guest star αδερφός της Γερμανογάλλοι, η Ιζαμπέλ Ολλανδή… κι εμείς.
Αφού έκλεισε η σχολή στις 20, οι πρώτες μέρες κύλησαν πάνω κάτω ως εξής: μπόλικος ύπνος, δουλειές στο σπίτι, τελευταίες έξοδοι κι αποχαιρετισμοί με τους συγκατοίκους μου… ΜΟΝΗ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Ω ΘΕΟΙ. (Ακόμα αυτή τη στιγμή που μιλάμε έτσι έχει η κατάσταση, δεν ψήνονται να γυρίσουν μάλλον.) Και όταν χόρτασα λιγάκι μοναξιά, άρχισα να παρασιτώ στο σπίτι των παιδιών (στο εξής: Σπίτι) που είναι κέντρο καράκεντρο σε αντίθεση με το δικό μου. Οι επόμενες μέρες λοιπόν είχαν πάνω κάτω: μάζωξη Σπίτι για κρασιά και μπύρες, κάνα τάπας, φιέστα σε όποιο μέρος μας ερχόταν, χώματα τις πρώτες πρωινές ώρες και ύπνο. Χτίστηκε και μια ωραία συγκυρία, όταν ένας παλιός μου φίλος από την πρώτη σχολή, ο Χρήστος, ήρθε Γρανάδα για να επισκεφτεί την κοπέλα του Κατερίνα που κάνει επίσης εδώ πρακτική Εράσμους. Έτσι λοιπόν ενώθηκε ένα ακόμα κρικάκι στην παρέα.
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο στο Σπίτι. Οι αλκοολικοί και οι δημιουργικοί είναι φίλοι μας. |
Παραμονή Χριστουγέννων η φεγγαροθεά είχε ψαχτεί και αφού είδε ότι τα περισσότερα εστιατόρια θα ήταν κλειστά, μας κράτησε τραπέζι σε μια μαροκινή "τετερία" (παραδοσιακό μαγαζί για τσάι δηλαδή), στην αραβική γειτονιά της Γρανάδας, το Αλμπαϊθίν. Ρεβεγιόν με μαροκινή κουζίνα, τι πιο νορμάλ! Να παίζουν από πίσω ανατολίτικοι ρυθμοί, να τρώμε κους-κους και φαλάφελ και να πίνουμε περίεργα τσάγια. Για αλκοόλ ούτε λόγος, δεν υπήρχε καν στον κατάλογο. Αναπληρώσαμε όμως στο Σπίτι μετά. Στη συνέχεια κοπάνημα μέχρι πρωίας στο Booga, μια ντισκοτέκ που συνήθως φιλοξενεί jam sessions καλλιτεχνών από την πόλη ή ακόμα και απλών περαστικών, τότε όμως είχε απλώς πάρτυ και μπόλικο ενδιαφέροντα κόσμο.
Ανήμερα Χριστούγεννα υπερέβην τον εαυτό μου και αφού έφτιαξα σπίτι μου ένα παραδόξως παραπολυνόστιμο σουφλέ λαχανικών, το φόρτωσα στο Σπίτι και το ένωσα με τις υπόλοιπες μη χριστουγεννιάτικες λιχουδιές που είχαν φτιάξει το Φεγγάρι και ο Χρήστος με την Κατερίνα. Κι αφού περάσαμε από το Entresuelo για μια μπύρα (λίγο underground μαγαζί, στέκι των φαν της reggae με ό,τι αυτό συνεπάγεται), καταλήξαμε μόνες με τη Λουνίτα να τα πίνουμε στο Vogue.
Το Vogue το είχα δοκιμάσει λίγες μέρες νωρίτερα με τη μια μου συγκάτοικο. Είναι ένα indie rock κλαμπάκι, ζεστό και με μια συντριπτική αρσενική πλειοψηφία. Είναι δεδομένο σχεδόν ότι θα φύγεις από εκεί με μια, ίσως και δυο γνωριμίες παραπάνω. Και προς τιμήν τους, οι Ισπανοί, αν και δε διαφέρουν τόσο από τους Έλληνες, τουλάχιστον δεν είναι κολλημένοι στα κινητά τους όταν βρίσκονται στα κλαμπ. Χορεύουν και γνωρίζουν κόσμο. Ό,τι δηλαδή νοείται να κάνει ο κόσμος στα κλαμπ!
Εκείνη τη μέρα ήταν κάπως χαλαρό πάντως, τουλάχιστον στην αρχή. Ήπιαμε την μπυρίτσα μας και πιάσαμε κουβέντα λίγο υπαρξιακή. Με αυτή την κοπέλα πάει κάπως από φυσικού η κουβέντα σε πράγματα πιο βαθιά. Λίγο η συζήτηση, λίγο το αλκοόλ, λίγο το Χριστούγεννο, ένιωθα να συνδεόμαστε. Γυρνώντας Σπίτι το πρωί, έπιασα τον εαυτό μου να της αφηγείται μια ιστορία όχι τόσο παλιά κι όχι τόσο γλυκιά, από εκείνες που νιώθεις να σε έχουν στιγματίσει και θεωρείς κάποια στιγμή απαραίτητο να αφηγηθείς για να μπορέσει ο άλλος να σε καταλάβει λίγο καλύτερα συνολικά. Μέσα στα σκοτάδια ενός παλιού ισπανικού σπιτιού αναβίωσα ένα τραύμα μου, το έφερα πάλι στην επιφάνεια, στα χέρια ενός ανθρώπου που μοιάζει να μπορεί να αγγίξει τα πάντα με αγάπη, όσο κι αν πονάνε.
Κανά δυο μέρες μετά, πάλι καταλήξαμε μόνες μας, να χορεύουμε σαν τρελές, χαρούμενες και εκ των έσω λαμπερές, να γνωρίζουμε κόσμο και να γελάμε με την ψυχή μας, να μοιραζόμαστε σκέψεις για τους ανθρώπους και για τη σύνδεση και η μια για την άλλη. Την επόμενη μέρα, η Λουνίτα μου έδωσε μια χριστουγεννιάτικη κάρτα: Μια χορεύτρια φλαμένκο (αντιπροσωπευτικό της, μιας και λατρεύει το φλαμένκο πριν ακόμα έρθει στην Ισπανία) που κρατάει ένα αστέρι (αυτό είμαι εγώ, χεεεε). Από πίσω μού έγραφε λόγια συγκινητικά που θα κρατήσω όσο πιο σφιχτά μπορώ στην καρδιά μου.
Όταν διαβάζω να προορίζονται για μένα πράγματα όπως αυτά, πάντα θυμάμαι ένα από τα μαθήματα της φίλης μου και δασκάλας μου (στη γιόγκα και στη ζωή) Κατερίνας. Εκείνη μου έχει διδάξει πως όλα όσα διακρίνουμε στους άλλους, όσα ξεχωρίζουμε σε αυτούς και θεωρούμε πολύτιμα, τα έχουμε πρώτα από όλα μέσα μας. Δεν μπορείς να εκτιμήσεις πραγματικά μια αρετή αν ο ίδιος δεν τη διαθέτεις. Αυτό σκέφτηκα για τη Λούνα. Όλα τα γλυκά της λόγια αντικατόπτριζαν πρωτίστως την ίδια, όλα όσα έλεγε ότι είμαι και διαθέτω τα έβλεπα κι εγώ σε εκείνη.
----------------------------------------------------------------
Για όσους δεν έχουν κοιμηθεί ακόμα από τις τελευταίες παραγράφους, ας επιστρέψουμε στην ξέφρενη γιορτινή πραγματικότητα της Γρανάδας. Τα πλάνα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οργανωμένα φυσικά από το Φεγγαράκι, προέβλεπαν: δείπνο στο Σπίτι, αλλαγή χρόνου σε κάποια πλατεία, και στη συνέχεια βουρ για πάρτυ πριβέ σε δίπατο σπίτι στο Αλμπαϊθίν, με ταράτσα και θέα την Αλάμπρα. 150 άτομα, 2 "stages" - για ρεγκετόν φυσικά αλλά και για πιο κλασικά μουσικά γούστα -, ποτό και χορός μέχρι πρωίας και ζήτω το 2020!
Μια απλή θέα από Αλμπαϊθίν, μια μέρα πριν την παραμονή. |
Κάπως έτσι πήγε. Περίπου…
Στο δείπνο ήμασταν κανά 10άρι άτομα. Εκτός από την παρέα που προανέφερα, είχαν έρθει οι γονείς του Παντελή και η νονά της Χρυσιάννας, γεγονός που έφερε γερό ελληνικό αέρα στην ατμόσφαιρα. Και κοκκινιστό μοσχαράκι. Και βασιλόπιτα. Φάγαμε υπέροχα (εγώ πάλι σουφλέ έφτιαξα, τώρα που πήρα το κολάι είπα να μην αποκλίνω), ήπιαμε εξίσου, και γύρω στις 23.30, αφού είχαμε μιλήσει οι Έλληνες με όλα τα σόγια που μας έσπασαν τα τηλέφωνα να ευχηθούν (είμαστε και μια ώρα πίσω στην Ισπανία), πήραμε αγκαλιά ένα Μαρτίνι και μια σαμπάνια, δυο κουτιά σταφύλια και βγήκαμε στην Camino de Ronda, μια απ' τις κεντρικές λεωφόρους της Γρανάδας.
Καλά όλα τα άλλα θα μου πείτε, αλλά τι φάση με τα σταφύλια;; Ε εδώ στην αλλαγή του χρόνου, όταν οι καμπάνες αρχίσουν να χτυπάνε 12, οι Ισπανοί φίλοι μας μπουκώνονται σταφύλια, ένα για κάθε χτύπο του ρολογιού. Στη δική μας την περίπτωση βέβαια δεν ακούσαμε κανένα χτύπο ποτέ, οπότε απλά προσπαθούσαμε να καταλάβουμε από το κύμα πανηγυρισμών και φωνών που ερχόταν από τους υπολοίπους πότε να αρχίσουμε να τρώμε. Τελικά τα φάγαμε όλα μαζί βλέποντας τα πυροτεχνήματα.
Γκλαμ. |
Οι Ισπανοί φαίνεται ότι μας ξεπερνούν στις δικαιολογίες για πάρτυ. Λες και το κλίμα δεν ήταν αρκετά γιορτινό και χαρμόσυνο από μόνο του, πολλοί φορούσαν στραφταλιζέ περούκες-σφουγγαρίστρες, από αυτές τις απαράδεκτες που φοράει ο κόσμος κανονικά τις απόκριες, είχαν βαμμένες μούρες ή κερατάκια διαφόρων ειδών. Μετά την αλλαγή, ξεκίνησε μια μεγάλη φανταχτερή συναυλία στην πλατεία του δημαρχείου, στην οποία παραμείναμε μόνο λίγο, μιας και μας περίμενε η φιέστα η σωστή στην κορυφή του Αλμπαϊθίν.
Κι όταν μιλάω για κορυφή, δεν υπερβάλλω.
Φανταστείτε παντού πλακόστρωτα καλντερίμια, όχι πλακόστρωτο τύπου πεζόδρομος, από αυτά τα χοντρά και πάρα πολύ άβολα που έχουμε κι εμείς στα νησιά μας. Να νιώθω σαν κρι κρι με τα ψηλά μποτάκια, κάπως πιο γκλάμουρους βέβαια από ένα συνηθισμένο κρι κρι με τόση παγέτα που είχα ρίξει πάνω μου (γιατί αν δεν βάλεις παγέτα, είναι πραγματικά πρωτοχρονιά;;). Να ανεβαίνουμε, να ανεβαίνουμε, να ανεβαίνουμε και να μη φτάνουμε στο ρημαδόσπιτο. Με τα πολλά και με μερικές γλώσσες λιγότερες, τα καταφέραμε. Το τραπέζι με θέα το κατάφωτο κάστρο της Αλάμπρα και πάνω-κάτω όλη τη Γρανάδα, κάπως σαν να μας αποζημίωσε.
Ενδεικτική εικόνα, 1 μέρα και κάποιες ώρες πριν |
Το πάρτυ ήταν ακόμα χαλαρό όταν φτάσαμε. Προμηθευτήκαμε τα μπουκάλια μας, τα αναψυκτικά μας, και την αράξαμε λίγο στην ταράτσα μέχρι που γίναμε κασάτοι. Καλή η θέα αλλά με 1 βαθμό, καλύτερο να ιδρώνεις μες στους καπνούς και τα φωτορρυθμικά χορεύοντας Μαλούμα μπέιμπι. Είπαμε, και κατεβήκαμε υπόγειο να κουνηθούμε με πρωτοχρονιάτικο μπρίο.
Εγώ σύντομα άρχισα να κάνω κεφάλι. Όταν συνειδητοποίησα ότι χρειάζομαι ανεφοδιασμό, πήρα τη Χρυσιάννα και ανεβήκαμε ταράτσα να ξαναγεμίσουμε τα ποτήρια μας. Στο μεταξύ είχαμε αφήσει παλτά, προίκες, μπουκάλια όλα στην ταράτσα. Όπου στο τραπέζι μας φυσικά είχε κατσικωθεί έτερο παρεόνι και είχε και τη φαεινή ιδέα να χώσει μες στα παλτά μας τα δικά του ποτά, με αποτέλεσμα να μπλέξουμε λίγο τα μπούτια μας. Καταφτάνει τελικά όλη η παρέα, ομόφωνα αποφασίζουμε να μαζέψουμε τα συμπράγκαλα και να τα κατεβάσουμε στον κάτω όροφο. Κάπου εγώ μες στην αναμπουμπούλα, αρχίζω και θολώνω για τα καλά. Κατεβαίνουμε μεν κάτω, θυμάμαι να πηγαίνω τουαλέτα με το ποτό, να μπαίνω μαζί με τη Χρυσιάννα κι απ' έξω κάποιοι να μας τα χώνουν, να βγαίνουμε σώες, και μετά...
Περίπου τίποτα με ακριβή χρονική συνέχεια. Ανεβήκαμε πάλι ταράτσα γιατί δεν ένιωθα καλά, και κάπου εκεί ξεκίνησε η κατρακύλα και η δική μου και του χρόνου. Από εκεί κι έπειτα θυμάμαι αποσπασματικά:
- να ξερνάω και να κλαίω παράλληλα γοερά
- τα παιδιά να με αγκαλιάζουν και να μου μιλάνε με βάρδιες
- ο Ντιμπάου, ο οποίος έχει μάθει ξεκούδουνες ελληνικές φράσεις από τους άλλους, να μου λέει "έλα μαλακισμένη" και να γελάω και να κλαίω ταυτόχρονα. Μετά το άλλαξε κι έλεγε "αστέρι μου, κοκόνα μου, σ' αγαπάω" (είναι στάνταρ αυτές οι εκφράσεις πια)
- τη Λούνα να μου κάνει pep-talk προσπαθώντας να με πείσει να σηκωθώ κι ας ζαλίζομαι, μπας και με κατεβάσουν απ' την ταράτσα που τουρτούριζα
-να πέφτω ημιλιπόθυμη σε μια σεζλόνγκ που είχαν βάλει στην ταράτσα
- να συνειδητοποιώ ότι έχω μαζέψει ένταση μπόλικη μέσα μου που δεν έχω εκτονώσει και πάντα μου βγαίνει χειμαρρώδης όταν μεθάω
- να σκέφτομαι "δε θα ξαναπιώ ποτέ"
- να σκέφτομαι ξανά "μα δεν ήπια τόσο, να δεις κάτι θα μου έπεσε μέσα"
- να ξερνάω στο νεροχύτη της κουζίνας κι ένας άσχετος να μου δίνει κουράγιο
- να μπαίνω σε ούμπερ με τη Λούνα και τον Πέπε για το Σπίτι και να γυρνάνε όλα γαμώ τις κωλοστροφές του Αλμπαϊθίν (ότι οι στροφές έφταιγαν, όχι η Χίμαιρα από αλκοόλ και σταφύλια και χίλια δυο άλλα στο στομάχι μου)
- τα ζεστά χέρια του Πέπε στα δικά μου σε όλη τη βασανιστική διαδρομή μέχρι το κρεβάτι.
Χαρούμενο το 2020 βρε παιδιά!
Πρέπει να ήταν περίπου 5 όταν ξάπλωσα ημίνεκρη στο κρεβάτι. Οι υπόλοιποι απ' ό,τι έμαθα γύρισαν γύρω στις 9. Ούτε ανατολή είδα ούτε πρωτοχρονιάτικο ειδύλλιο έζησα με κανέναν εκτός από τον καναπέ του Σπιτιού, τον οποίο δεν αποχωρίστηκα όλη την πρωτοχρονιά προσπαθώντας να νιώσω πάλι άνθρωπος κι όχι κιμάς. Η πρώτη μέρα του χρόνου πέρασε συγκλονιστικά, χωρίς φαΐ και νερό σχεδόν, να βλέπω παιδικά στο νέτφλιξ και να αναρωτιέμαι αν ισχύει αυτό που λένε για την πρώτη μέρα του χρόνου, ότι όπως την περάσεις έτσι θα πάει όλη η χρονιά. Μετά αναρωτήθηκα στιγμιαία κι αν έχω γεράσει, αλλά αυτή τη σκέψη την έδιωξα γρήγορα και την απέδωσα στο ότι ακόμα δεν είχα ξεσουρώσει.
Επιτρέψτε μου τέλος να ευχηθώ και κάτι ακόμα, βασικό: είθε να μη φύγετε ποτέ νωρίς από πάρτυ το οποίο έχει όλες τις προδιαγραφές να είναι το καλύτερο πάρτυ της χρονιάς, επειδή γίνατε σκνίπα από το πρώτο δίωρο. Και να μην κάνετε ποτέ bonding με εξαιρετικά φιλικούς αγνώστους επειδή σας μαζεύουν τα μαλλιά την ώρα που ξερνάτε ή σας κρατάνε το χέρι γλυκά στη διαδρομή προς την κόλαση... εε το σπίτι.
Και εις άλλα (μεθύσια) με υγεία. Καλή χρονιά. 💗